«Το επώνυμό μου δεν είναι Νανόπουλος»… Έτσι αρχίζει το αυτοβιογραφικό του πόνημα ο κορυφαίος φυσικός επιστήμονας, το όνομα του οποίου είναι πασίγνωστο στον παγκόσμιο χώρο της Φυσικής Στοιχειωδών Σωματιδίων και της Κοσμολογίας.

Ο άνθρωπος που κυριαρχεί στα μεγάλα εργαστήρια – αφού από το 1973 κλήθηκε στο CERN προωθώντας με τις ανακαλύψεις του πως δημιουργήθηκε το Σύμπαν – μας … αποκαλύπτει ότι το επώνυμό του ήταν Νάκας. Αλλά ο Βορειοηπειρώτης παππούς του, ο Δημήτρης Νάκας, που στις αρχές του 20ού αιώνα είχε μεταναστεύσει στη Νέα Υόρκη, τον Μάρτιο του 1914, όταν έμαθε ότι είχε ξεκινήσει ο Βορειοηπειρωτικός αγώνας, παράτησε τα πάντα, πήρε το πλοίο και επέστρεψε στην Ελλάδα. « Ένιωθε ότι όφειλε να συμμετέχει σε αυτό τον αγώνα. Τότε άλλαξε το επώνυμό του από Νάκας σε Νανόπουλος, επειδή όπως έλεγε, ακουγόταν πιο ελληνικό».

Όλα αυτά και άλλα πολλά για το προσωπικό του Σύμπαν, στο βιβλίο «Δημήτρης Νανόπουλος – Στον τρίτο βράχο από τον Ήλιο», που κυκλοφόρησε σε συνεργασία με τον Μάκη Προβατά από τις εκδόσεις Πατάκης.

Το βιβλίο είναι η αφήγηση του ελληνικού του ονείρου που περνάει όχι από τον κόσμο των επιχειρήσεων, αλλά από τον Γαλαξία των Μαθηματικών και της Φυσικής. Μέσα από τις 255 σελίδες του παρακολουθείς το φιλμ της ζωής ενός παιδιού που γεννήθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου του 1948 στο Χαρβάτι – τη σημερινή Παλλήνη Αττικής- που εκείνα τα χρόνια απείχε όσο… η Γη από τη Σελήνη και, αφού τελείωσε το τρίτο εξατάξιο γυμνάσιο Αμπελοκήπων, πήρε το πτυχίο Φυσικής από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, έγινε δεκτός στο δύσκολο Πανεπιστήμιο Σάσεξ στην Αγγλία, έκανε διδακτορικό, διέπρεψε ως ερευνητής στο CERN, για να ακολουθήσει μετά ένας επιστημονικός μαραθώνιος στο Πανεπιστήμιο Ουισκόνσιν, Χάρβαρντ και Τέξας των ΗΠΑ, με πολλά βραβεία και ύψιστη καταξίωση να εκλεγεί το 2015 Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών.

Αυτός λοιπόν ο πολίτης του κόσμου, που μέσα από τις πολύπλοκες εξισώσεις των Μαθηματικών και τα συνδυαστικά πειράματα της Φυσικής ανέρχεται σε ανώτερες σφαίρες γνώσης, στο βιογράφημά του καταβυθίζεται στον μεγάλο συναισθηματικό μικρόκοσμό του χρησιμοποιώντας εξισώσεις νοσταλγίας και πειράματα καταφυγής στον αστερισμό της παιδικής μνήμης. Σταχυολογούμε:

«Ο πατέρας μου, μόλις δώδεκα χρονών παιδί, αναγκάστηκε, εξαιτίας της δύσκολης ζωής που ζούσαν, να πάει στα Γιάννενα για να δουλέψει. Το 1939 αποφάσισε να κατέβει στην Αθήνα για να βρει μια καλύτερη τύχη. Συμμετείχε από την πρώτη στιγμή στον αγώνα εναντίον των Γερμανών. Η μητέρα μου, έντεκα χρόνια μικρότερή του, είχε γεννηθεί το 1927 στην Κηφισιά, με καταγωγή από την Κέα. Οι γονείς μου με πήραν και πήγαμε στο Χαρβάτι (σημερινή Παλλήνη) όπου βρισκόταν τότε το σπίτι μας και πήγαμε στην Αθήνα στου Ζωγράφου. Ο πατέρας μου, λόγω του πτυχίου που είχε από γαλακτοκομική σχολή, κατάφερε, μετά τον πόλεμο, να πιάσει δουλειά στο γαλακτοκομείο του Ευαγγελισμού(… ).

Την πρώτη μέρα στο σχολείο, σε ένα διάλειμμα, είδα ένα κοριτσάκι που κρατούσε ένα παγωτό. Πήγα της το άρπαξα από το χέρι και άρχισα να το τρώω σαν να ήταν δικό μου, ενώ εκείνη έβαλε τα κλάματα και φώναζε. Με παραξένεψε η συμπεριφορά της. Όταν το μεσημέρι ήρθε ο πατέρας μου να με πάρει από το σχολείο, η δασκάλα τού μίλησε για το περιστατικό. Εκείνος, ενώ επιστρέφαμε στο σπίτι μας, με πολύ ήρεμο τρόπο, αφού καταλάβαινε γιατί φερόμουν έτσι, μου εξήγησε ότι δεν πρέπει να παίρνω τα πράγματα των άλλων παιδιών. Πράγματι, δεν το ξαναέκανα ποτέ.(… ).

Πήγα στο 3ο Γυμνάσιο Αρρένων στους Αμπελόκηπους. Μόλις έπιασα το βιβλίο φυσικής της πέμπτης γυμνασίου και το ξεφύλλισα, «κάηκαν» τα χέρια μου. Στη γεωγραφία βαριόμουν, και οι βαθμοί μου ήταν πολύ μέτριοι. Από τότε πίστευα ότι δεν είναι σώνει και καλά απαραίτητο να παίρνει ένας μαθητής σε όλα «’Αριστα».(… ).

Με την Μυρτώ γνωριστήκαμε όταν ήμασταν έφηβοι. Μόλις είχα μπει στο πανεπιστήμιο. Ήταν η πιο όμορφη κοπέλα που είχα δει στη ζωή μου. Τη γνώρισα σε ένα πάρτι. Υπήρχε οικονομική άνεση. Ο πατέρας της ήταν στρατηγός».

Και πως αντέδρασε όταν τον ζήτησαν να πάει στο πιο απαιτητικό Πανεπιστήμιο του πλανήτη;

«Κύριε Νανόπουλε, θα θέλαμε να έρθετε στο Harvard από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο». Μόλις κλείσαμε το τηλέφωνο, ο τρόπος που βρήκα να εκδηλώσω τη χαρά μου ήταν να ουρλιάξω, όπως βλέπουμε σε μερικές ταινίες».

Θα μάθουμε τελικά πως προέκυψε αυτός ο … μάταιος κόσμος;

«Είναι νομοτελειακό: στο τέλος θα κατανοήσουμε τα πάντα γύρω από τη Δημιουργία. Όλοι εμείς, τα ανθρώπινα όντα που γεννιόμαστε και υπάρχουμε στον κόσμο, είμαστε απλώς συμπτωματικές υπάρξεις σε ένα τυχαίο σύμπαν. Ακόμα και τον εγκέφαλο μας τον αποκτήσαμε συμπτωματικά, αφού η δομή του σώματός μας θα μπορούσε να μην είχε ενεργοποιηθεί ποτέ. Είμαστε μια ανακατανομή του τίποτα. Στο ερώτημα «αν βλέπω την ανάγκη κάποιας ‘εξωτερικής παρέμβασης’ για τη δημιουργία του Σύμπαντος», η απάντηση είναι κατηγορηματικά «Όχι». Ο πλανήτης Γη είναι απλώς «ο τρίτος βράχος από τον Ήλιο».

Σχόλια