Του Γιώργου Πιέρρου
Κανένα είδος μουσικής δεν έχει ακουστεί περισσότερο από το Ρεμπέτικο στις παρέες, τα ταβερνάκια, τους χώρους δουλειάς και ευρύτερα στην καρδιά των αστικών κέντρων, που ζούσαν και ζουν απλοί, λαϊκοί άνθρωποι. Το μακρύ του ταξίδι ξεκινά από το 1.834 στις φυλακές του Μεντρεσέ, όταν ακούστηκε για πρώτη φορά ρεμπέτικη πενιά και φτάνει ως τις μέρες μας, πού άσβεστη η φλόγα του μεταδίδεται από γενιά σε γενιά. Η σπιρτάδα των στίχων και της μουσικής είναι τέτοια στο ρεμπέτικο τραγούδι που καταφέρνει να καλύπτει μια τεράστια θεματολογία : ύμνους για τον έρωτα, τον πόνο του χωρισμού, την κοινωνική αδικία, την ειρωνεία για την εξουσία και το χλευασμό για τις μικροαστικές συνήθειες.
Με αυτό το είδος μουσικής δεν θα μπορούσε να ασχολούνται τυχαίοι καλλιτέχνες.,στυλοβάτης και πατέρας του ρεμπέτικου θεωρείτε ο αξέχαστος Μάρκος Βαμβακάρης, που με ευρηματικότητα και αφοσίωση το έκανε γνωστό και κοινωνικά αποδεκτό. Ο Μάρκος καταγόταν από την Σύρο, γόνος πολυμελούς φτωχής οικογένειας, δεν μπόρεσε να τελειώσει το σχολείο καθώς από μικρό παιδί εργαζόταν σκληρά όπου υπήρχε μεροκάματο, από εργάτης ως εφημεριδοπώλης και λούστρος.
Στα δώδεκα του χρόνια μπάρκαρε λαθραία για τον Πειραιά, όπου και συνέχισε να εργάζεται πότε στο λιμάνι και πότε στα σφαγεία. Η κορυφαία στιγμή που φέρνει τον Μάρκο κοντά στο μπουζούκι και κατά συνέπεια στο ρεμπέτικο ήταν στα είκοσί του χρόνια όταν πρωτάκουσε τον Νίκο Αιβαλιώτη. Ο ενθουσιασμός του ήταν τόσο μεγάλος πού ορκίστηκε πως αν δεν μάθει να παίζει μπουζούκι θα έκοβε τα χέρια του. Δεν χρειάστηκαν περισσότεροι από έξι μήνες στον εύστροφο και αφοσιωμένο Μάρκο για να παίζει ικανοποιητικά. Από αυτό το σημείο ξεκινά το μεγάλο μουσικό ταξίδι του Βαμβακάρη, με τις ατελείωτες επιτυχίες που όλοι γνωρίζουμε ως τις 6 Φλεβάρη του 1.973 που έφυγε ταλαιπωρημένος και ξεχασμένος από τους “πολλούς” .Χαρακτηριστικοί στίχοι για την ψυχολογική κατάσταση του αποτελούν οι παρακάτω:
Τι μ’ ωφελούν οι άνοιξες κι οι ομορφιές του κόσμου
αφού ο κόσμος χάνεται, ψεύτη ντουνιά, έξαφνα από εμπρός μου,
…
Όλα στο κόσμο μάταια τα πάντα ματαιότης
ένα λουλούδι ψεύτικο, ψεύτη ντουνιά,
είναι η ανθρωπότης.
Παρά την πίκρα που γεύτηκε,το έργο του δεν έμεινε σκονισμένο στα συρτάρια δισκογραφικών εταιρειών αλλά πλέον βρίσκεται όπου υπάρχουν όμορφες παρέες, λαϊκές γειτονιές και απλοί άνθρωποι…
Σχόλια