Ο Γκούναρ Χέρινγκ (1934-1994) υπήρξε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Βιέννης, υφηγητής του Πανεπιστημίου του Φράιμπουργκ, καθηγητής Ιστορίας της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης στο Πανεπιστήμιο του Γκέττινγκεν και καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης. Γνώστης των περισσότερων βαλκανικών γλωσσών, δημοσίευσε μελέτες για πολιτικά, κοινωνικά, πνευματικά και ιδεολογικά ζητήματα της νεότερης βαλκανικής και ελληνικής ιστορίας.
______________
Το παρακάτω κείμενο είναι από εκδήλωση του Ιστορικού-Αρχαιολογικού Τμήματος του Πανεπιστημίου ΑΘηνών, στις 22-5-2015
Για τον καθηγητή Gunnar Hering
Κυρίες και κύριοι,
Αποτελεί ιδιαίτερη τιμή για μένα η πρόσκληση να μιλήσω για τον αείμνηστο καθηγητή Gunnar Hering, έναν άνθρωπο ο οποίος διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου, λειτουργώντας πάντα ως οδοδείκτης – στα χρόνια της μαθητείας μου κοντά του ως φωτισμένος δάσκαλος, στα χρόνια δε που ακολούθησαν, ως μέτρο στάθμισης επιγνώσεων, τις οποίες επιφέρει η ηλικιακή ωρίμανση σε συνδυασμό με την πορεία της ζωής. Όμως τα παραπάνω δεν θα είχαν απολύτως κανέναν λόγο να αναφερθούν ενώπιόν σας, αν περιορίζονταν στον χώρο του ατομικού βιώματος και δεν αφορούσαν σε μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων. Θα περιοριστώ σε τούτη την ομιλία σε ό,τι αφορά στην προσωπικότητα του δασκάλου μου από την πλευρά της ευρύτερης διδακτικής.
Μπορώ να μιλήσω βιωματικά για το διάστημα από το φθινόπωρο του 1989 έως την άνοιξη του 2004, αν και οι συζητήσεις μου με τον Gunnar Hering είχαν ξεκινήσει μερικά χρόνια νωρίτερα. Από την αρχή συνειδητοποίησα ότι ήταν ένας άνθρωπος δοτικός, ο οποίος προσέφερε αφειδώς χρόνο και δυνάμεις για να βοηθήσει φοιτητές με όρεξη για μεταπτυχιακές σπουδές και έρευνα, προκειμένου να βρουν το δρόμο τους για την και μέσα στην αυστριακή μητρόπολη. Είχε τον τρόπο να εκμαιεύει και την οικονομική και οικογενειακή κατάσταση καθενός, ώστε να προσπαθήσει στη συνέχεια να συνδράμει όσο μπορούσε, προκειμένου να βρεθούν υποτροφίες και καταλύματα, ώστε να γίνονται απρόσκοπτα οι σπουδές: ακόμη και σε αυτόν τον τομέα φάνηκε το κύρος, η αναγνώριση, και η αγάπη –θα έλεγα- που απολάμβανε στους πνευματικούς, ακόμη και στους διοικητικούς κύκλους της Βιέννης.
Όταν έφταναν οι νέοι μεταπτυχιακοί φοιτητές στη Βιέννη, αντί να επιχειρήσει να τους συγκρατήσει στο πλαίσιο του Ινστιτούτου Νεοελληνικών και Βυζαντινών Σπουδών, τους ενημέρωνε (με βάση τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα καθενός) για τους καθηγητές και τα μαθήματα που θα μπορούσαν να παρακολουθήσουν, για να μάθουν πράγματα στα οποία δεν υπήρχε αντίστοιχη προσφορά στην Ελλάδα. ΄Εδινε όμως κι ο ίδιος το καλό παράδειγμα, αφού διοργάνωνε διεπιστημονικά σεμινάρια με εκλεκτούς συναδέλφους του από άλλους τομείς, σεμινάρια χάρη στα οποία είχαμε την ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με γνωστικά αντικείμενα και μεθόδους άλλων επιστημονικών κλάδων. Θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά την πρώτη συνεργασία σε σεμιναριακό επίπεδο με το Ινστιτούτο Τουρκολογίας, αργότερα με το Ινστιτούτο Ρωμανικής Γλωσσολογίας, Συγκριτικής Γλωσσολογίας κ.ά., ενώ διαρκής ήταν η συνεργασία με τα Ινστιτούτα Σλαβικών Σπουδών και Βαλκανολογίας. Συνάμα, ως συμπλήρωμα των μαθημάτων του καλούσε επισκέπτες ομιλητές από διάφορα πανεπιστήμια της Ευρώπης, οι οποίοι, ειδικευμένοι σε τομείς της έρευνας που θεωρούσε σημαντικούς, συμπλήρωναν τη δική του διδασκαλία.
Η διεπιστημονικότητα δεν φαινόταν μόνο στις συνεργασίες. Η ίδια η προσωπική προσέγγιση της γνώσης από τον Gunnar Hering, ήταν διαθεματική και μάλιστα όχι με την έννοια της Interdisziplinaritaet , η οποία συνδυάζει στοιχεία από διάφορες επιστήμες, παρά με την έννοια της transdisziplinaritaet, με την έννοια μιας κατά κάποιον τρόπο ολικής επιστήμης, η οποία κρατώντας το τιμόνι της Ιστορίας διαπερνά τα πεδία των περισσότερων κοινωνικών επιστημών.
Εκτός από τις μεγάλες θεματικές ενότητες που δίδασκε στις παραδόσεις του, όπως π.χ. Συνταγματική Ιστορία της Ελλάδας, Ιστορία του Τουρκοκρατούμενου και Βενετοκρατούμενου Ελληνισμού, Ιστορία του Νεοελληνικού Κράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία, Διπλωματική Ιστορία, Ιστορία της Ελληνικής Λογοτεχνίας, Πολιτική Ιστορία, πολύ σημαντικό ρόλο διαδραμάτιζε το λεγόμενο Privatissimum, δηλ. ένα ειδικό σεμινάριο για τελειόφοιτους προπτυχιακούς και για επί διδακτορία μεταπτυχιακούς φοιτητές. Οποιαδήποτε απόπειρα περιγραφής θα υπολείπεται των πραγματικών διαστάσεων αυτού του μαθήματος. Το ένα σκέλος του συνίστατο στην παρουσίαση της εξαμηνιαίας εξέλιξης της εργασίας των φοιτητών, παρουσίαση η οποία συζητιόταν στη συνέχεια διεξοδικά από την ομάδα. Το άλλο σκέλος εξέφραζε τις διαρκείς, ανήσυχες αναζητήσεις του Gunnar Hering στον χώρο του θεωρητικού στοχασμού: Από τα πολυάριθμα βιβλία τα οποία μελετούσε κάθε εξάμηνο, έφερνε στην αίθουσα για ανάλυση ένα, το οποίο θεωρούσε ως πνευματικό οδοδείκτη. Το πράγμα λειτουργούσε σαν μια λέσχη ανάγνωσης υψηλών απαιτήσεων και σε κάθε συνάντηση συζητούσαμε την προκαθορισμένη ενότητα. Έτσι συναντηθήκαμε με τη σκέψη διανοητών όπως ο Hayden White ή ο Michel Foucault, ή ο Kuhn, σε μια συνάντηση που εμάς τους φοιτητές μας έφτανε στα όρια των δυνατοτήτων και των αντοχών μας, όμως διεύρυνε τα όρια της πνευματικής μας εμβέλειας κατά τρόπο που τότε δεν ήμασταν σε θέση να σταθμίσουμε επακριβώς. Για να επιτευχθούν τέτοια βήματα όμως το δίωρο Privatissimum γινόταν τετράωρο, πεντάωρο, κι όταν κάποιοι ανησυχούσαμε μήπως χάσουμε το τελευταίο μετρό, ο καθηγητής μας έλεγε με το αστείρευτο χιούμορ του, ακούραστος: «Ναι, ξέρω, ο καθένας εδώ μέσα διαθέτει μια ατζέντα και είναι σε θέση να γνωρίζει πότε αλλάζει η μέρα». Το χιούμορ και η ενσυναίσθησή του μας εκπαίδευσαν σε κάτι ακόμη, μας ενθάρρυναν να διατυπώνουμε ερωτήσεις, κάτι για το οποίο δεν ήμασταν ακριβώς προετοιμασμένοι περνώντας τα σύνορα της Αυστρίας. Επόμενο ήταν να προλογιστεί κάποτε μια ερώτηση με την εξής διατύπωση: «Μπορώ να κάνω μια χαζή ερώτηση;» Οι παλιότεροι γνώριζαν ήδη την απάντηση: «δεν υπάρχουν χαζές ερωτήσεις, χαζό είναι μόνο να μη ρωτάει κανείς, διότι έτσι δεν μαθαίνει».
Από τα παραπάνω φαίνεται ότι διδακτικός στόχος του Gunnar Hering ήταν η διαμεσολάβηση των γνωστικών αντικειμένων των λεγόμενων «Νεοελληνικών Σπουδών» (Neograezistik) σε ένα πλαίσιο ευρυμάθειας, σε μια σταθμισμένη διασύνδεση θεωρίας, φιλοσοφίας της Iστορίας και άλλων θεωρητικών πειθαρχιών από τη μια, με την εμπειρική έρευνα και την αυστηρή μεθοδολογία από την άλλη. Δεν ξέρω ποιον ρόλο διαδραμάτισε η ενδογενής απόλυτη ακρίβεια της γερμανικής γλώσσας και της συνακόλουθης κουλτούρας, όμως προσωπικά νιώθω ότι στα χρόνια της Βιέννης, δίπλα στον Gunnar Hering, οι φοιτητές του μάθαμε να ακριβολογούμε και στο μέτρο των προσωπικών δυνατοτήτων να σκεφτόμαστε και να διατυπώνουμε με επίγνωση και υπευθυνότητα τις σκέψεις μας. Κι ενώ μέχρι τότε είχα κυρίως την εμπειρία είτε πολύ γενικών, θεωρητικών προσεγγίσεων είτε της έρευνας πηγών χωρίς ιδιαίτερο θεωρητικό πλαίσιο και μεθοδολογία, έμαθα πλέον ότι ο συνδυασμός είναι τόσο επιθυμητός όσο και εφικτός. Για να κατορθώσει το παραπάνω, ο καθηγητής μας, διέθεσε πολλές ώρες στη μύησή μας στην προβληματική της επιστημολογίας, της οποίας καθώς φαινόταν, ο ίδιος ήταν σοφός μύστης. Όπως κι αν έχει το πράγμα, καθώς προανέφερα, οτιδήποτε νέο στην επιστήμη και στη φιλοσοφία με την ευρύτερη έννοια ανακάλυπτε, το μοιραζόταν μαζί μας. Ήταν τότε που ακούσαμε οι περισσότεροί μας, τουλάχιστον, για την επιστήμη της Κυβερνητικής και για θεωρίες των παιγνίων, οι οποίες ενίοτε κυκλοφορούν πλέον ως επιφανειακός κοινός τόπος στον δημόσιο βίο μας.
Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να επισημάνω κάτι που δεν έχει να κάνει με τον πυρήνα της ομιλίας μου, όμως είναι σημαντικό για την κατανόηση της προσωπικότητας του Gunnar Hering. Είχε τα χαρακτηριστικά μιας γενεαλογίας Γερμανών διανοουμένων που εκλείπει πια, τα χαρακτηριστικά ενός “Homo Universalis”: Πολύγλωσσος (μιλούσε δέκα γλώσσες), με ανώτερες μουσικές σπουδές (έφτασε στο κονσερβατόριουμ), με μεγάλη αγάπη για τη γλώσσα και τη λογοτεχνία κι όλα αυτά με συνεκτικό ιστό μια απίστευτη σεμνότητα, μια ταπεινοφροσύνη που χαρακτηρίζει τους λίγους εκλεκτούς οι οποίοι υπηρετούν αξίες που ξεπερνούν τον βιολογικό άνθρωπο. Με μότο στην ψυχή του τη σφραγίδα του Εράσμου «Σε κανέναν δεν υποχωρώ», ο ανυποχώρητος αυτός υπερασπιστής της ελευθερίας θεωρούσε συνάμα αυτονόητο ό,τι δημιουργούσε, χωρίς να μιλάει γι’ αυτό. Για την αντιδικτατορική του δράση προσωπικά πληροφορήθηκα οριακά όσο ζούσε, μόλις πριν λίγα χρόνια πληροφορηθήκαμε χάρη στην εξομολόγηση ενός συμμαθητή του ότι σε εφηβική ηλικία αλληλογραφούσε με τον Τόμας Μαν. Διατελώντας σε πλήρη άγνοια, όταν διάβασα το φρεσκοτυπωμένο μνημειώδες βιβλίο του για τα Πολιτικά Κόμματα της Ελλάδας, τον χαρακτήρισα Τόμας Μαν της Ιστοριογραφίας, λαμβάνοντας την νοσταλγική απάντηση, ότι υπάρχουν σπουδαιότεροι από την Ιστοριογραφία χώροι του πνεύματος. Όσα μόλις προανέφερα συναποτελούσαν ένα φίλτρο από το οποίο περνούσε η διδασκαλία στους φοιτητές, μαζί με την πολύ μεγάλη φροντισμένη βιβλιοθήκη του, η οποία ήταν επίσης προσβάσιμη, όπως και το πάντα φιλόξενο σπίτι του, βιβλιοθήκη η οποία έγινε στόχος μίμησης για μας τους νεότερους, διδακτική την οποία προσπαθούμε να εφαρμόσουμε στους δικούς μας μαθητές, άλλοι σε πανεπιστημιακό επίπεδο, άλλοι –σαν εμένα- σε πιο ταπεινό, σε γυμνασιακό.
Φτάνοντας στο τέλος της σύντομης για τα δεδομένα του θέματος ομιλία μου, σκέφτομαι ότι ο τρόπος με τον οποίο μίλησα ήταν κάπως αποστασιοποιημένος, ταιριαστός προς τον χώρο και τον θεσμό που διοργάνωσε την εκδήλωση, εντελώς αταίριαστος όμως προς το πρόσωπο για το οποίο μίλησα. Διότι ο Gunnar Hering, ο Gunnar των δικών του ανθρώπων, με το αστείρευτο χιούμορ και την απόλυτη έλλειψη σοβαροφάνειας, ήταν πάνω απ’ όλα μια ζεστή αγκαλιά, ένας διανοητής με γερμανικό ορθολογισμό και ελληνικό συναισθηματισμό, γι’ αυτό μπόρεσε να αναλύσει στο έσχατο δυνατό σημείο το γνωστικό του αντικείμενο, συνάμα όμως κατόρθωσε με την ενσυναίσθησή του να διεισδύσει στα έγκατα της ψυχής και της νοοτροπίας των Ελλήνων, εγκατοικώντας, θα τολμούσα να πω, τα πρόσωπα για τα οποία μιλούσε. Γι’ αυτό το λόγο, νιώθω την ανάγκη να κλείσω με ένα ποίημα ενός ποιητή, την πρόσβαση στο έργο του οποίου οφείλω στον Gunnar, κατά τις πολύωρες συζητήσεις που πλαισίωναν τον σκληρό πυρήνα των διαλόγων στα Privatissima, ενός σπουδαίου ποιητή, του Paul Celan, ενός ποιητή που αφηγήθηκε τη μνήμη και την απώλεια.
Εμπρός στο ύστερό σου πρόσωπο
μονα-
χικό ανάμεσα
σε νύχτες που κι εμένανε αλλάζουν,
ήρθε κάτι να σταθεί,
που κι άλλοτε ήταν κοντά μας, αν-
έγγιχτο από σκέψεις
Σας ευχαριστώ!
Αγαθοκλής Αζέλης