Στις ευρωεκλογές του Μαΐου, οι πολίτες της Ευρώπης θα κληθούν να δώσουν οι ίδιοι τις κρίσιμες απαντήσεις για το αν επιθυμούν να επιστρέψει η πολιτική στο προσκήνιο ή αν θα χαθεί μέσα στην ομίχλη του ευρωσκεπτικισμού, της αδράνειας, των εθνικών αναδιπλώσεων. Στην Ελλάδα της κρίσης, η σχέση με την Ευρώπη πήρε τα τελευταία χρόνια μια ιδιάζουσα μορφή: Οριακά διλήμματα, εύκολοι μανιχαϊσμοί, βολικές απλουστεύσεις, αναλώσιμος λαϊκισμός. Η πολιτική που απευθύνεται στη θυμική αντίδραση και αγανάκτηση είναι πανταχού παρούσα, εμποδίζοντας συχνά τους πολίτες να διακρίνουν και να εμπιστευτούν τη δημοκρατική Ευρώπη.
Είναι αλήθεια ότι οι ευρωπαϊκές ηγεσίες συχνά έστειλαν λανθασμένα μηνύματα με τις πράξεις και τις παραλείψεις τους. Οι ίδιες παρήγαγαν με τη στάση τους αντιευρωπαϊσμό. Η ελληνική κοινωνία δοκιμάστηκε με πρωτοφανή τρόπο, βουλιάζοντας στην ύφεση, στη λιτότητα και στην ανεργία, μέσα σε ένα περιβάλλον που γνώριζε σημαντικές αποκλίσεις από το πρότυπο της «κοινωνικής και αλληλέγγυας Ευρώπης». Κι όμως. Μέσα σε όλη αυτή τη δοκιμασία που απορρύθμισε την κοινωνία, οι πολιτικές επιλογές της ΔΗΜΑΡ αφορούσαν τη στρατηγική της παραμονής της χώρας στο ευρώ και στην Ευρωζώνη, τη σταδιακή απαγκίστρωση από το ασφυκτικό πλαίσιο των μνημονίων και την πορεία προς την ανάκαμψη.
Από θέση ευθύνης συμμετείχαμε στην προηγούμενη τρικομματική κυβέρνηση, έχοντας πλήρη πεποίθηση πως μόνο ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας θα εξασφαλίσει την αποφυγή της χρεοκοπίας και την επανεκκίνηση της οικονομίας. Γίναμε μέρος της εθνικής προσπάθειας, χωρίς να απεμπολήσουμε την προοδευτική μας ταυτότητα, γεγονός που εκφράστηκε με την τοποθέτησή μας σε μια σειρά από μέτρα και νομοσχέδια. Οταν η προγραμματική συμφωνία ακυρώθηκε, αποχωρήσαμε από την Κυβέρνηση, συνεχίζοντας ωστόσο να στηρίζουμε αταλάντευτα την ευρωπαϊκή λύση στο ελληνικό πρόβλημα.
Είναι επιλογή μας να ενταχθούμε και να στηρίξουμε στο Ευρωκοινοβούλιο την πολιτική οικογένεια των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών για να δώσουμε μέσα από εκεί, αυτόνομα και διακριτά, τη μάχη για την αλλαγή της πολιτικής στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα, η Ευρώπη που θέλουμε είναι αυτή της κοινωνικής συνοχής και της αλληλεγγύης, της ανάπτυξης και της απασχόλησης, του κοινωνικού κράτους και των δικαιωμάτων. Γι αυτό προτείνουμε κοινή και αμοιβαία αντιμετώπιση της κρίσης χρέους, με αναθεώρηση του ρόλου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ισχυρό κοινοτικό προϋπολογισμό και προσανατολισμό των πολιτικών στην ανάπτυξη, την απασχόληση και την εξασφάλιση αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου για όλους τους Ευρωπαίους πολίτες. Θέλουμε την προοδευτική Ευρώπη και όχι αυτή της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας, η οποία οδήγησε τους ευρωπαϊκούς λαούς στη φτώχεια και στην ανεργία.
Η οικονομική κρίση είναι κυρίως πολιτική και τρέφεται από την αδράνεια του διπολισμού που, έως τώρα, κρύβεται πίσω από τα χειρότερα συμπτώματα ενός τεχνητού και παλαιοκομματικού διχασμού της κοινωνίας. Οποιος μπορέσει και σπάσει αυτό το φράγμα της πόλωσης με μια συμβολική κίνηση, θα είναι ήδη μπροστά στις εξελίξεις και θα δώσει νέο περιεχόμενο στην ιστορική επιτάχυνση των επόμενων μηνών. Η πόλωση, ο ευρωσκεπτικισμός, η επικίνδυνη άνοδος της Ακροδεξιάς δεν μπορούν να απαντήσουν στα σύγχρονα προβλήματα.
Στις επερχόμενες ευρωεκλογές, οι Ελληνες και οι Ευρωπαίοι πολίτες θα πρέπει να δώσουν μια απάντηση που θα αφορά το μέλλον και όχι το παρελθόν. Στους ρευστούς καιρούς μας, ο προοδευτικός ευρωπαϊσμός αποκτά μια νέα διάσταση: Από την «κοινωνία της κρίσης» βρισκόμαστε πλέον σε μια μετάβαση, που μπορεί δρομολογήσει εξελίξεις για «περισσότερη Ευρώπη», με διαδικασίες οικονομικής και πολιτικής ολοκλήρωσης, αλλά και με ισχυρό δίχτυ αλληλεγγύης για τους πολίτες.
Εχω την πεποίθηση ότι η ψήφος στη Δημοκρατική Αριστερά είναι εγγύηση πως η χώρα θα βαδίσει χωρίς περιπέτειες σε αυτή την κατεύθυνση. Ως υποψήφιος ευρωβουλευτής δεσμεύομαι πως θα συμβάλω σε αυτή την προοπτική: Για περισσότερη Ευρώπη, για μια προοδευτική Ευρώπη, με ευημερία και αλληλεγγύη για τους λαούς της.
Σχόλια