Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι αποτέλεσε μία από τις πιο αμφιλεγόμενες και προκλητικές παρουσίες που επηρέασε όσο λίγοι την διεθνή κινηματογραφική κοινότητα.

Ερχόμενος στο προσκήνιο τη δεκαετία του 1960, ο Πιερ Πάολο Παζολίνι έσπασε το κίνημα του New Wave που ενέπνεε τους συνομηλίκους του και στηρίχθηκε για τα κινηματογραφικά του εγχειρήματα στην τέχνη, τη λογοτεχνία, τη λαογραφία και τη μουσική, ενώ ανήκει στους λίγους κινηματογραφιστές της εποχής του που έδωσε μικρότερη σημασία στην διαδικασία της κινηματογράφησης αναδεικνύοντας στην μεγάλη οθόνη την απελπισία της ζωής στο περιθώριο.

Ο Παζολίνι γεννήθηκε στη Μπολόνια στις 5 Μαρτίου του 1922. Ήταν γιος αξιωματικού του ιταλικού στρατού με αποτέλεσμα η οικογένειά του να μετακινείται συνεχώς  και ο μικρός Παζολίνι να συναναστρέφεται συνεχώς διαφορετικούς ανθρώπους αλλά και να γνωρίζει καινούρια μέρη. Σε ηλικία 7 ετών είχε ήδη αρχίσει να γράφει τα πρώτα του ποιήματα και ενώ σπούδαζε στο πανεπιστήμιο της Μπολόνιας Ιστορία της Τέχνης και Φιλολογία, εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή, το 1942 με τίτλο Poesia a Casarsa.

Τον επόμενο χρόνο κατατάχθηκε στις ένοπλες δυνάμεις κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά μετά την παράδοση της Ιταλίας, το σύνταγμά του πιάστηκε αιχμάλωτο από τους Γερμανούς και ο Παζολίνι αναγκάστηκε να δραπετεύσει και να καταφύγει στην μικρή πόλη Casarsa, όπου και παρέμεινε για αρκετά χρόνια. Το 1946 συντάχθηκε με το κομμουνιστικό κόμμα αλλά μόλις τρία χρόνια αργότερα εκδιώχθηκε στον απόηχο μιας σύλληψης του για «ηθική αναξιοπρέπεια». Ωστόσο, συνέχισε να ασπάζεται τις μαρξιστικές ιδέες αντλώντας έμπνευση ιδιαίτερα από γραπτά του Αντόνιο Γκράμσι και πιστεύοντας στην δύναμη της επανάστασης των ιταλών αγροτών.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1940, ο Παζολίνι επέστρεψε στις πανεπιστημιακές του σπουδές και το 1950 μετακόμισε στη Ρώμη όπου διέμενε σε φτωχογειτονιές και εργαζόταν ως δάσκαλος. Όντας ομοφυλόφιλος συναναστρεφόταν συχνά με τον τοπικό υπόκοσμο των ιερόδουλων, των απατεώνων, των κλεφτών και των νταβατζήδων. Ο ίδιος δεν θα μπορούσε να μην μπλέξει σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Είναι γνωστό ότι είχε συλληφθεί όταν προσπάθησε να ληστέψει ένα πρατήριο βενζίνης αλλά και το ότι βοήθησε έναν καταζητούμενο της αστυνομίας να το σκάσει. Όλα αυτά στάθηκαν η αφορμή και η έμπνευσή του για το πρώτο του μυθιστόρημα, το σκανδαλώδες Ragazzi di vita.

Η δημοσίευση του βιβλίου ώθησε τα ιταλικά δικαστήρια να ασκήσουν δίωξη εις βάρος του για βωμολοχία ανοίγοντας τον κύκλο με τις συχνές «επισκέψεις» του στις αρχές.  Αν και η ιταλική ποινική κουλτούρα παρέμεινε στην πρώτη γραμμή των θεμάτων με τα οποία καταπιανόταν στα έργα του μετέπειτα, το δεύτερο βιβλίο του το 1959 ‘Una Vita Violenta’ ανέδειξε την ιστορία ενός παιδιού που ζούσε στις παραγκουπόλεις. Την ίδια περίπου περίοδο η αναγνώρισή του ως ποιητής είχε κάνει την εμφάνισή της κερδίζοντας το Viareggio Prize για τη ποιητική συλλογή του 1957 Le Ceneri di Grampsi. Μάλιστα, από το 1955 έως το 1958 επιμελήθηκε και την έκδοση του avant-garde περιοδικού ‘Officina’, το οποίο αναγκάστηκε να διακόψει μετά την δημοσίευση ενός ποιήματος του το οποίο επιτίθετο στον ετοιμοθάνατο Πάπα Πίο XII.

Η ανάμειξη του Παζολίνι με τον κινηματογράφο ξεκίνησε σχεδόν αθόρυβα το 1954, όταν έγραψε το σενάριο για την ταινία La Donna del Fiume του Mario Soldati. Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε επάνω στη συγγραφή σεναρίων για τον Federico Fellini, τον Mauro Bolognini και τον Luis Trenker, αν και η συγγραφή των πιο σκανδαλωδών έργων του, είχε αναδείξει μια πιο κακή φήμη για το πρόσωπό του.

 Ο κινηματογράφος όμως των αρχών της δεκαετίας του 1960 έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το πρόσωπο και το ταλέντο του Παζολίνι. Μετά την απόρριψη του σεναρίου του για το έργο La Commare Secca, το οποίο δόθηκε έπειτα στον Bernardo Bertolucci, ο Παζολίνι έγραψε το σενάριο για την ταινία Accatone, την οποία σκηνοθέτησε το 1961 σε φτωχογειτονιές έχοντας ερασιτέχνες για καστ. Όπως ακριβώς και με το λογοτεχνικό του ξεκίνημα έτσι και το κινηματογραφικό του ντεμπούτο έγινε αντικείμενο πολλών διαφωνιών με τους ηθικολόγους να επιμένουν σε πιο αυστηρές και ξεκάθαρες γραμμές λογοκρισίας. Στο εξωτερικό, ωστόσο η ταινία απέσπασε τιμητικές διακρίσεις στα κινηματογραφικά φεστιβάλ του Μόντρεαλ και του Karlovy Vary, ενώ με τη δεύτερη ταινία του το 1962, Mamma Roma κέρδισε τόσο το International Critics’ Prize στο Φεστιβάλ Βενετίας, όσο και το βραβείο της Ασημένιας Κορδέλας της Ιταλίας.

Το επόμενο κινηματογραφικό εγχείρημα του Παζολίνι ήρθε το 1962 με την ταινία RoGoPaG, όπου συνεργάστηκε με τους Roberto Rossellini, Jean-Luc Godard και Ugo Gregoretti. Ο Παζολίνι με την ταινία του La ricotta στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Orson Welles ως σκηνοθέτης που ήθελε να κάνει μία ταινία για τη ζωή του Χριστού διώχτηκε εκ νέου. Αυτή τη φορά, η ταινία απαγορεύτηκε και ο ίδιος έλαβε τετράμηνη ποινή φυλάκισης με αναστολή.

Το 1963 ακολουθεί η ταινία του La rabbia ενώ ένα χρόνο αργότερα γυρίζει την ταινία Comizi d’ Amore, η οποία ήταν μία σειρά από συνεντεύξεις για τη διερεύνηση των σεξουαλικών ηθών στην ιταλική κοινωνία. Παρά το γεγονός ότι ο Παζολίνι δήλωνε άθεος η επόμενη ταινία του ασχολήθηκε με το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, το οποίο για πολλούς αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες βιβλικές προσαρμογές στην ιστορία του κινηματογράφου και το οποίο παρά τις αρχικές διαμάχες των κριτικών κέρδισε την διεθνή αποδοχή κερδίζοντας δύο βραβεία στο Φεστιβάλ Βενετίας αλλά και το μεγάλο βραβείο από το Διεθνές Γραφείο Καθολικού Κινηματογράφου.

Τα χρόνια που ακολούθησαν ο Παζολίνι σκηνοθέτησε τις ταινίες ‘Oedipus Rex’, ‘La Sequenza del Fiore di Carta’, ‘Teorema’, ‘Porcile’, ‘Medea’, ‘Il Decamerone’ η οποία κέρδισε και την Αργυρή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1970, ‘I Racconti di Canterbury’, ‘Il fiore delle Mille e una Notte’ και ‘Salo o le 120 giornate di Sodoma’. Μάλιστα η ταινία του ‘Teorema’ αποτελεί την πιο πολυσυζητημένη κινηματογραφική του επιτυχία, ενώ σήμερα συγκαταλέγεται στα αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου.

Ο Παζολίνι υπήρξε ένας μοναδικός καλλιτέχνης, ποιητής και συγγραφέας. Δεν φοβήθηκε ποτέ την αλήθεια της γνώμης του. Με αριστερές αντιλήψεις αλλά και ομοφυλόφιλος που είχε συγκεντρώσει ωστόσο γύρω από το όνομά του μεγάλη δύναμη ερχόμενη από την αναγνωρισιμότητα και την αποδοχή του έργου του που προκαλούσε, δεν ήταν δυνατόν να μην δημιουργήσει εχθρούς σε ένα περιβάλλον που σίγουρα δεν άφηνε πολλά περιθώρια στην διαφορετικότητα να εκφραστεί.

Οι έχθρες που είχε δημιουργήσει ο Παζολίνι κυρίως από τον πολιτικό κόσμο καθώς πολύ συχνά στρεφόταν κατά του φασισμού και των ακροδεξιών στοιχείων είχε σαν αποτέλεσμα να δολοφονηθεί στις 2 Νοεμβρίου του 1975.

Για τη δολοφονία του καταδικάστηκε ως ένοχος ο 17χρονος τότε, Πίνο Πελόζι. Ύστερα από 30 χρόνια ωστόσο, η ιστορία της δολοφονίας ήρθε και πάλι στο προσκήνιο, όταν ο Πελόζι απέσυρε την ομολογία του. Ο δράστης ισχυρίστηκε ότι δεχόταν απειλές για τον ίδιο και την οικογένειά του να μην αποκαλύψει τους πραγματικούς ενόχους και μετά το θάνατο των εκβιαστών του παραδέχτηκε ότι στο φονικό συμμετείχαν 5 άντρες, οι οποίοι ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου τον άτυχο Παζολίνι. Δυστυχώς, λόγω έλλειψης στοιχείων αν και η έρευνα είχε ξεκινήσει και πάλι δεν άργησε να παγώσει.

Το σώμα του Πιερ Πάολο Παζολίνι βρίσκεται θαμμένο στην Casarsa στο χωριό Friouli το οποίο και αγαπούσε, ενώ τα έργα του τόσο τα ποιήματα, τα βιβλία και οι ταινίες του αποτελούν σήμερα παρακαταθήκη για τη σημερινή αλλά και τις επερχόμενες γενιές.

Πηγή: The Insider

Σχόλια