Ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της κρίσης των τελευταίων χρόνων, αίτιο και αιτιατό ταυτοχρόνως, είναι η διάχυτη και διαρκώς εντεινόμενη στην κοινωνία αμφισβήτηση των κομμάτων και της πολιτικής συνολικά. Αμφισβήτηση της νομιμοποίησης των κομμάτων να ασκούν πολιτική και δι’ αυτής να διεκδικούν το δικαίωμα διακυβέρνησης της χώρας. Αμφισβήτηση επί της ουσίας της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας ως σύνολο κανόνων και θεσμών που στηρίζονται στη μαζική συμμετοχή των πολιτών στα πολιτικά υποκείμενα και στην, μέσω αυτών, άσκηση εξουσίας.

Οι μαζικές εκδηλώσεις αγανάκτησης θεμελιώθηκαν στην απόρριψη και άρνηση των πολιτικών θεσμών διακυβέρνησης. Σχηματοποιήθηκαν σε μια μανιχαϊστική και αποϊδεολογικοποιημένη διάκριση καλών και κακών. Το πολιτικό σύστημα της χώρας αναδιατάχθηκε βιαίως με τον εγκάρσιο διαχωρισμό σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς. Πολιτικοί σχηματισμοί γιγαντώθηκαν και άλλοι δημιουργήθηκαν εκ του μηδενός, όχι ως αποτέλεσμα πολιτικών διεργασιών, αλλά επί τη βάσει ενός ιδιότυπου πολιτικού παράδοξου. Πολλαπλασίασαν τη επιρροή τους ως εκφραστές της άρνησης των πολιτικών και της πολιτικής.

Η αμφισβήτηση αυτή λειτούργησε αποσαρθρωτικά στα κόμματα. Η μαζική συμμετοχή, έτσι κι αλλιώς σε φθίνουσα πορεία και πριν την κρίση, αντικαταστάθηκε από την κυριαρχία των κομματικών ελίτ. Η αντιπροσώπευση μεταλλάχθηκε σε εξουσιοδότηση και στο επίπεδο της λειτουργίας των κομμάτων και σε αυτό της λειτουργίας των θεσμών αντιπροσώπευσης.

Η αναγκαιότητα της αναδιοργάνωσης της πολιτικής λειτουργίας- απαραίτητη προϋπόθεση για την αναγέννηση και ανανέωση της δημοκρατίας και την ενεργοποίηση της κοινωνίας – είναι πλέον επιτακτική ανάγκη. Η κυριαρχία, ακόμα και στα κόμματα της Αριστεράς, των τεχνοκρατών – στελεχών, τα οποία με ευκολία αναπροσαρμόζουν την πολιτική τακτική τους εν είδει εκκρεμούς, δεν μπορεί να συνεχιστεί.

Στον χώρο της δημοκρατικής, μεταρρυθμιστικής, ευρωπαϊκής Αριστεράς ιδιαιτέρως είναι προϋπόθεση ύπαρξης η θέσμιση και η εν τοις πράγμασι λειτουργία σύγχρονων συμμετοχικών θεσμών.  Η αυτονόητη προσωπική παρουσία και δράση πρέπει να συναντηθεί με την διαδικασία της από κοινού διαμόρφωσης του πολιτικού σχεδίου που θα εμπνεύσει, θα συνεγείρει και θα κινητοποιήσει. Η παρακμιακή κατάσταση της απολύτως καθορισμένης κάθετης  δομής που συντηρεί τους μηχανισμούς και τα τεχνοκρατικά κομματικά στελέχη – με μεταβαλλόμενες  θέσεις, στοχεύσεις και στρατεύσεις αναλόγως του προσωπικού συμφέροντος – δεν είναι πλέον ούτε  κομματικά βιώσιμη, ούτε πολιτικά και ηθικά αποδεκτή.

Μόνον κόμματα που θα μετατρέπουν την προσωπική δράση και προσφορά σε κοινή πολιτική πρόταση μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των καιρών. Κόμματα ανοιχτά στην κοινωνία και τις διεργασίες της. Με μέλη – πολίτες σε συνεχή όσμωση και αμφίδρομη σχέση με την κοινωνία και τις ανάγκες της. Με αυτοοργάνωση, αυτενέργεια και ταυτοχρόνως απόλυτη αίσθηση και σεβασμό της συλλογικότητας. Μέλη που θα συνδιαμορφώνουν και θα  συνυπηρετούν το πολιτικό τους σχέδιο. Η εποχή της κυριαρχίας των απολιτικών, τεχνοκρατικών, κομματικών ελίτ τελειώνει. Πρέπει να τελειώσει. Διαφορετικά θα τελειώσει μαζί τους και η αντιπροσωπευτική δημοκρατία.

Η Δημοκρατική Αριστερά σεβόμενη την ιστορία του χώρου που εκφράζει, αλλά και ανταποκρινόμενη στην υπαρξιακή αγωνία των μελών της, οφείλει να ανταποκριθεί στις προκλήσεις – προσκλήσεις των καιρών. Να λειτουργήσει ως κόμμα των μελών και όχι κόμμα επί των μελών.

Σχόλια