Την ανάγκη να υπάρξει ένα αναπτυξιακό σχέδιο με επίκεντρο τις επενδύσεις, επισήμανε ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, μιλώντας σε εκδήλωση της Κίνησης Πολιτών για μια Ανοιχτή Κοινωνία και υποστήριξε ότι το πλεόνασμα 3,5% από το 2018 και μετά, που συμφώνησε η κυβέρνηση, δεν θα επιτρέψει τη στροφή στις επενδύσεις.
«Χρειάζεται μια διαφορετική αντιμετώπιση. Πρέπει, για παράδειγμα, να επιδιωχθεί με περαιτέρω παρατάσεις ωρίμανσης, περιόδους χάριτος και τη σταθεροποίηση στα δάνεια, ώστε το κόστος των τόκων να παραμένουν διαχειρίσιμα και σε περίπτωση που τα επιτόκια αυξάνονται διεθνώς. Στα χρόνια που έρχονται, πρέπει να κάνουμε μια μεγάλη προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας κι εκσυγχρονισμού της χώρας. Και προϋπόθεση επιτυχίας είναι η συνεχής προσαρμογή στις νέες συνθήκες του περιβάλλοντός μας», τόνισε.
Ειδικό σχόλιο έκανε για τον φόβο ενός Grexit που πλανάται, όπως είπε, στην κοινωνία.
«Μέσα σ’ ενάμιση μήνα οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 2.7 δισ. Οι επενδύσεις έχουν περιοριστεί δραστικά, ενώ το επιτόκιο -που θα πλήρωνε η Ελλάδα αν δανειζόταν από τις αγορές- συνεχώς αυξάνεται. Όλα αυτά δείχνουν ανησυχία και αβεβαιότητα», ανέφερε.
Αναφερόμενος στο διεθνές περιβάλλον που φορτίζεται αρνητικά λόγω και των εκλογών που γίνονται σταδιακά σε σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες, τόνισε πως είναι εσφαλμένη η αντίληψη ότι λόγω της αστάθειας της Ευρωζώνης, μια σκληρή ελληνική στάση θα αναγκάσει τους εταίρους μας να υποχωρήσουν.
«Υποχώρηση στην έκταση που επιθυμεί η Αθήνα δεν πρόκειται να υπάρξει, διότι τα κόμματα δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν την απήχησή τους στο εκλογικό σώμα» παρατήρησε.
Εξάλλου, σημείωσε «το πλέγμα που έχει δημιουργηθεί από τη χρόνια συμπόρευση των χωρών της ΕΕ, αποτελεί μια τεράστια επένδυση, που κανένα μέλος της δεν μπορεί να θυσιάσει, χωρίς σημαντικό κόστος για το ίδιο».
Ως προς τις ευρωπαϊκές διαβουλεύσεις, τόνισε ότι η εξέλιξη της πορείας για την ενοποίηση «δεν θα πρέπει να γίνει με διαδικασίες εκτός συνθήκης, που θα ανοίξουν τη δυνατότητα αυθαίρετου αποκλεισμού ορισμένων κρατών – μελών. Η Ευρωζώνη έχει μέλλον» υπογράμμισε ο πρώην πρωθυπουργός «και η ενοποίηση θα πραγματοποιείται βαθμιαία».
Με άλλα λόγια, διευκρίνισε, το κοινό δίκτυο που θα καλύπτει το σύνολο της ΕΕ θα έχει διαφορετική πυκνότητα κατά θέματα.