Ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης δεν ήταν, όπως τον εμφάνισαν, ούτε νηφάλιος ούτε συγκαταβατικός. Ο αυθεντικότερος ίσως εκφραστής της ανανέωσης στο μεταπολιτευτικό τοπίο αποζητούσε τα μέτωπα και έμοιαζε να τρέφεται από την ιδεολογική και πολιτική σύγκρουση.

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

Το πιο άχαρο δημοσιογραφικό είδος είναι οι νεκρολογίες. Όχι μόνο γιατί συνήθως γράφονται στη βάση της ανάγκης να δικαιωθούν ούτως ή άλλως οι αποθανόντες, αλλά γιατί πολλές φορές αποδίδουν σ’ αυτούς που έφυγαν, ιδιότητες που ούτε είχαν ούτε θα ήθελαν να έχουν.

Στην περίπτωση του Μιχάλη Παπαγιαννάκη, για παράδειγμα, δεν υπήρχε κανένας λόγος να δικαιωθεί μετά θάνατον, γιατί, απλούστατα, υπήρξε απολύτως δικαιωμένος εν ζωή. Ομοίως, δεν υπήρχε καμιά ανάγκη να του αποδοθούν χαρακτηριστικά που του αποδόθηκαν, όπως η νηφαλιότητα ή η συναινετική διάθεση, γιατί ο Μιχάλης, για όλους όσους τον γνωρίσαμε από κοντά και τον αγαπήσαμε – και ήμασταν πολλοί και πολλών ιδεολογικών αποχρώσεων – δεν υπήρξε σε καμία στιγμή της πολιτικής διαδρομής του ούτε συγκαταβατικός, ούτε νηφάλιος, ούτε φίλος των μέσων όρων, όπως σε μεγάλο βαθμό επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί.

Τι ήταν ο Παπαγιαννάκης; Κατ’ αρχάς, ένας από τους καλύτερους της γενιάς του. Από τους πιο προικισμένους της ανανεωτικής αριστεράς. Διορατικός, αιρετικός, πρόθυμος πάντα να συγκρουστεί για τις απόψεις του… Ένας πολιτικός που δεν θέλησε να βάλει ποτέ νερό στο κρασί του, χάριν των ισορροπιών ή των όποιων συσχετισμών, και που δεν δίστασε σε καμιά στιγμή της ζωής του να συγκρουστεί με πλειοψηφικά ιδεολογήματα και πλειοψηφικές πρακτικές.

Ο Παπαγιαννάκης των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης υπήρξε πρόσωπο που δεν φοβήθηκε ούτε τα κυρίαρχα ρεύματα ούτε τους μεγάλους μύθους. Χάραξε ένα δρόμο ανεξάρτητο, εικονοκλαστικό, εξαιρετικά ενοχλητικό για τα κομματικά ιερατεία της εποχής. Συγκρούστηκε όχι μόνο με τους «απέναντι», αλλά και με τους «εντός». Και ο λόγος του, καθώς συμπεριέλαβε την πιο αμείλικτη κριτική στα εικονίσματα της Αριστεράς και στο σταλινικό φαινόμενο, αποδείχτηκε προφητικός.

Αλλά και αργότερα, όταν ο πιο αυθεντικός ίσως εκφραστής του ρεύματος της ανανέωσης συμμετείχε στην ηγεσία της ΕΑΡ ή του Συνασπισμού τα αποτυπώματά του εξακολούθησαν να είναι το ίδιο καθαρά, το ίδιο ανεξάρτητα και η παρουσία του το ίδιο απαλλαγμένη από τη φοβία του πολιτικού κόστους. Ο Παπαγιαννάκης ήξερε ότι οι θέσεις του για το Σκοπιανό, για την ελληνοτουρκική προσέγγιση ή για τις όποιες μειονότητες ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, δεν προκαλούσαν μόνο τους πολιτικούς αντιπάλους του, αλλά και μια μεγάλη κατηγορία συντρόφων του.

Δεν δίσταζε όμως να τις υποστηρίξει. Όπως δεν δίστασε ποτέ να ρίξει το προσωπικό του βάρος υπέρ επιλογών με προοδευτικό για τον ίδιο υπόβαθρο, όπως υπήρξε η απόφαση της κυβέρνησης Σημίτη για μη αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες ή η επιμονή της Μαριέτας Γιαννάκου να στηρίξει το διακομματικά λοιδορούμενο βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού.

Αυτός ήταν ο Παπαγιαννάκης. Ένας πολιτικός που έμοιαζε να τρέφεται από την ιδεολογική και πολιτική σύγκρουση, που αποζητούσε τα μέτωπα, που αναζητούσε το νέο, το καινοτόμο, το διαφορετικό. Ένα ορκισμένος εχθρός του ξύλινου λόγου, που ήξερε, με το δικό του μοναδικό τρόπο, να προσγειώνει τη θεωρία στην πράξη, να μεταπλάθει την ανάλυση σε θέση μεστή και κατανοητή, να κάνει, με μια κουβέντα, την πολιτική συζήτηση υπόθεση φιλική, κοντινή και γοητευτική.

Υπό αυτή την έννοια, η έξοδος του Μιχάλη Παπαγιαννάκη δεν είναι η έξοδός ενός ανθρώπου νηφάλιου, προβλέψιμου και τελικά βολικού. Είναι το φινάλε της πορείας ενός ανθρώπου ασυμβίβαστου, ιδιαίτερου και εξαιρετικού, που ρούφηξε τη ζωή μέχρι το μεδούλι της και έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να την κάνει καλύτερη, πιο δίκαιη και ανθρώπινη.

(Ένα κείμενο για τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη, που δημοσιεύθηκε στον «Ελεύθερο Τύπο» της Κυριακής, στις 31 Μαϊου του 2009)

Σχόλια