Προειδοποίηση απηύθυνε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, για τις συνέπειες μίας μεγαλύτερης καθυστέρησης στο κλείσιμο της αξιολόγησης μιλώντας στο πλαίσιο του συνεδρίου που διοργανώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
«Δεν είμαστε ακόμα σε αδιέξοδο, αλλά είμαστε πολύ κοντά στον τοίχο», είπε σε συνέντευξη στο Capital, τονίζοντας ότι «έχουμε ήδη τα πρώτα αρνητικά αποτελέσματα στην οικονομία».
«Δεν έχουμε πολύ χρόνο μπροστά μας», σημειώνει και προσθέτει: «Έχουμε καλύψει το 90% της απόστασης για να τελειώσει το πρόγραμμα. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να κάνουμε πισωγύρισμα».
Ήδη η Τράπεζα της Ελλάδος αναθεωρεί προς τα κάτω την πρόβλεψη της για την ανάπτυξη το 2017 μετά το πολύ κακό τέταρτο τρίμηνο του 2016, ενώ τυχόν περαιτέρω καθυστέρηση στο κλείσιμο της συμφωνίας μπορεί, ξεκαθαρίζει ο διοικητής της ΤτΕ, να ξαναρίξει σε ύφεση την ελληνική οικονομία ολόκληρο το 2017.
Ο ίδιος επεσήμανε ότι με την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2% στον Προϋπολογισμό του 2016 η χώρα έχει καλύψει το 90% της απόστασης που απαιτείται έως το 2018.
Αναφερόμενος στις προοπτικές ανάπτυξης ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε την αξία των ξένων άμεσων επενδύσεων καθώς, όπως είπε, πριν την κρίση οι επενδύσεις στην Ελλάδα ήταν 24% του ΑΕΠ, σήμερα κυμαίνονται γύρω στο 11%. Για την επίτευξη του νέου αναπτυξιακού προτύπου με την ανάδειξη κλάδων ως μοχλών οικονομικής ανάπτυξης αλλά και την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, είναι απαραίτητη προϋπόθεση η δημιουργία ενός κατάλληλου πλαισίου επιχειρηματικότητας.
Όπως συμπλήρωσε για τη δημιουργία του πλαισίου αυτού έχουν ήδη γίνει σημαντικά βήματα. Οι μεταρρυθμίσεις που υλοποιήθηκαν κατά την περίοδο της κρίσης αναμένεται να ενισχύσουν το αναπτυξιακό δυναμικό της ελληνικής οικονομίας μεσο-μακροπρόθεσμα.
Έτσι, καθώς η οικονομία επανέρχεται σε τροχιά ανάπτυξης, η αύξηση της απασχόλησης και της παραγωγικότητας θα είναι υψηλότερη σε σχέση με την περίπτωση που δεν θα είχε γίνει καμία μεταρρύθμιση. Ήδη, παρατηρείται αύξηση της απασχόλησης κατά περίπου 2% ετησίως τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ η οικονομική δραστηριότητα σε όρους πραγματικού ΑΕΠ παραμένει ουσιαστικά στάσιμη.